Τραλλέων

Τραλλέων
Τράλλεις
Tralles
masc gen pl
Τραλλέω̆ν , Τράλλεις
Tralles
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Τράλλεων — Τράλλεω̆ν , Τράλλεις Tralles masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Asclépios de Tralles — Pour les articles homonymes, voir Asclépios (homonymie). Asclépios de Tralles fut un philosophe éclectique du VIe siècle après J. C. Disciple d Ammonios, fils d Hermias, condisciple de Simplicius, il chercha à concilier la doctrine de Platon …   Wikipédia en Français

  • Список станций Афинского метрополитена — Это список станций Афинского метрополитена системы линий метрополитена в г. Афины (Греция). Содержание 1 Линии и станции Η.Σ.Α.Π. 1.1 Линия 1 …   Википедия

  • Γερμανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αποκεφαλίστηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας κατά τους διωγμούς του Μαξιμιανού (286 305). Η μνήμη του τιμάται στις 12 Νοεμβρίου. 2. Μαρτύρησε την εποχή του Τραϊανού. Η μνήμη του τιμάται στις 7… …   Dictionary of Greek

  • γερμανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αποκεφαλίστηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας κατά τους διωγμούς του Μαξιμιανού (286 305). Η μνήμη του τιμάται στις 12 Νοεμβρίου. 2. Μαρτύρησε την εποχή του Τραϊανού. Η μνήμη του τιμάται στις 7… …   Dictionary of Greek

  • ιερώνυμος — I (Στριδώνα Δαλματίας 347 – Βηθλεέμ 420 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης και Δυτ. Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, προστάτης των μεταφραστών. Ήταν σύγχρονος του Αυγουστίνου και του Αμβροσίου και φίλος του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και του Γρηγορίου… …   Dictionary of Greek

  • χρυσόστομος — I Όνομα κορυφαίων Ελλήνων ιερωμένων. 1. X. B’ Χατζησταύρου (1878 – 1968). Θεολόγος και παιδαγωγός, αρχιεπίσκοπος της Αθήνας και της Ελλάδας (1962 68). Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και παιδαγωγική… …   Dictionary of Greek

  • Αϊδίνιο — (Αydin). Πόλη (151.000 κάτ. το 2002) της Τουρκίας στα νοτιοανατολικά της Σμύρνης. Είναι χτισμένη στην πεδιάδα του Μαιάνδρου και διαρρέεται από τον ποταμό Ταμπάκ Τσάι. Αποτελεί πρωτεύουσα του ομώνυμου διοικητικού διαμερίσματος, σπουδαίο… …   Dictionary of Greek

  • Αντιόχεια — I (τουρκ. Antakya).Πόλη (151.500 κάτ. το 2002) της νότιας Τουρκίας, κοντά στα σύνορα με τη Συρία, πρωτεύουσα της επαρχίας Χατάι (5.403 τ. χλμ., 1.297.000 κάτ. το 2002). Χτισμένη στον ποταμό Ορόντη, περίπου 30 χλμ. από τη Μεσόγειο, σε μια εύφορη… …   Dictionary of Greek

  • Μαιονία — Αρχαιότατη ονομασία της Λυδίας, περιοχής της Μικράς Ασίας κατά την αρχαιότητα. Στους κατοπινούς χρόνους, Μ. ονομαζόταν το διαμέρισμα της Λυδίας που βρισκόταν μεταξύ του άνω ρου του ποταμού Έρμου και των συνόρων της Μυσίας με τη Φρυγία. Σύμφωνα με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”